Anthologica Universe Atlas / Universes / Context 34 / Weyötiss / Λεχσικον το Ϝεͱο̨τισς / χεσσο

χεσσο, /kʰe.sɔ/, v. (vulgar) I shit

χεσσο, χεσηο, χας, κχος, α χοσα
related: κορ